Μνήμη Βιάρου-Αυγουστίνου Καποδίστρια

05/05/2017

Γράφει ο Δημήτρης Ζυμάρης*
Το Σάββατο 29 Απριλίου, στις 5.30 μ.μ., απεβίωσε στην Αθήνα ο Βιάρος-Αυγουστίνος Καποδίστριας. Ο Βιάρος, όπως ήταν πιο γνωστός στους παλιούς Κερκυραίους, γεννήθηκε στην πόλη μας, στις 28 Μαΐου 1933, και ήταν δισέγγονος του Γεωργίου Καποδίστρια, μικρότερου αδελφού του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια.
Στα πρώτα του χρόνια έζησε σε μια εποχή διαφορετική από τη σημερινή, με πολύ έντονα τα βιώματα από την σημαντική πορεία έξι αιώνων που χάραξε η οικογένεια Καποδίστρια στον Τόπο μας. Ως παιδί έζησε τη δίνη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και της Κατοχής. Στην πολύ τρυφερή ηλικία των δέκα χρόνων είδε να καταστρέφεται από τους ναζιστικούς βομβαρδισμούς του Σεπτέμβρη του 1943, το σπίτι του, μαζί με τα μοναδικά και ανυπολόγιστης αξίας οικογενειακά κειμήλια, καθώς και πολλά βιβλία, έγγραφα και προσωπικά αντικείμενα του Κυβερνήτη, γεγονός που σημάδεψε ανεξίτηλα τη ζωή του.

Μνήμες των βομβαρδισμών

Για να γίνει κατανοητό πως η μνήμη του βομβαρδισμού του ’43 παρέμενε βαθιά ριζωμένη στην ψυχή του, αρκεί να διαβάσουμε το ακόλουθο απόσπασμα από μαρτυρία του, που ανέγνωσε η κόρη του, ηθοποιός Ναταλία Καποδίστρια, στην εκδήλωση που οργάνωσε το ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας το 2013, στην επέτειο των 70 χρόνων από τους Ναζιστικούς βομβαρδισμούς στην Κέρκυρα:
«…Η πρώτη εικόνα που έρχεται στη μνήμη μου, είναι το παλιό βενετσιάνικο παντζούρι, σαν αναμμένο βεγγαλικό να σωριάζεται και να πέφτει στον δρόμο. Το δωμάτιο έλαμψε ολόκληρο κι εγώ είχα ζαρώσει στο κρεβάτι. Η δεύτερη εικόνα είναι η μάνα μου να ορμάει στο δωμάτιο, σαν τρελή, να με σηκώσει να φύγουμε. […] Κατεβαίνοντας -κουτρουβαλιστά- στο υπόγειο, είδαμε τα γύρω σπίτια της γειτονιάς να καίγονται. […] Ο πατέρας αποφάσισε να φύγουμε. Να πάμε στην Κουκουρίτσα για μεγαλύτερη ασφάλεια. […] Μπροστά αυτός, πίσω εμείς, αρχίσαμε να τρέχομε στους δρόμους. Κοντά μας, και άλλοι πολλοί. […] Αυτή η φυγή ήταν τρομακτική. Οι Γερμανοί βομβαρδίζουν συνεχώς, και εμείς χωνόμασταν στις σούδες δεξιά και αριστερά στον δρόμο. […] ο μπάρμπας μου ο Τάσος […] με τα πόδια γύρισε στην πόλη να δει τι είχε απομείνει από το σπίτι του, ένας όροφος κάτω από μας. Μας είπε πως το σπίτι κάηκε όλο. Μέσα σε δύο μέρες ο πατέρας μου έλιωσε σαν κερί. Δεν έχω δει άνθρωπο να ζαρώνει έτσι. Δύο όροφοι. Δεκατέσσερα δωμάτια γεμάτα οικογενειακά κειμήλια. Βιβλιοθήκες, χειρόγραφα, ασημικά, γκραβούρες και πίνακες, έπιπλα παλιά και αγαπημένα. Θυμάμαι την χρυσοποίκιλτη σκακιέρα του πατέρα μου, με σκαλίσματα από ταρταρούγα, που δεν με άφηναν ν’ αγγίξω. […] Κι ακόμα, το ¨ρολ-τοπ¨ ντουλάπι, που ήταν γεμάτο πάπυρους και περγαμηνές, πολλά -έλεγε ο πατέρας μου- από το ’800.
Εγώ, κατάφερα και έσωσα από τη φωτιά, σε ένα σακουλάκι ένα ξύλινο σταυρό που είχα. Άνοιγε στη μέση και έλεγαν πως είχε Τίμιο Ξύλο μέσα, και ακόμα τα ψαλιδάκια μου και κάτι κεντητά κουρελάκια, έργα των χειρών μου! Η μάνα μου, σ’ ένα βαλιτσάκι έσωσε την κασετίνα με τα Διπλώματα του Κυβερνήτη από την Ελβετία, το τραπέζι με το οικογενειακό οικόσημο που ήταν στη μέση της ροτόντας και κάτι “γκραβύρ”. Σχεδόν ό,τι απέμεινε από την διαδρομή μιας οικογένειας στους αιώνες. Τα υπόλοιπα τα εξαέρωσαν οι βόμβες ενός πολιτισμένου λαού που στόχευσαν τους άμαχους μιας ανοχύρωτης πόλης, η οποία δεν είχε καν προβάλει αντίσταση».
Μετά τον πόλεμο
Κι όμως, όπως πολλοί άλλοι της γενιάς του, ο Βιάρος Καποδίστριας σηκώθηκε όρθιος και προχώρησε μπροστά. Μετά τον πόλεμο, τελείωσε το 7ο Δημοτικό του Σαρόκου και αποφοίτησε από το πρώτο γυμνάσιο Αρρένων Κερκύρας. Ως αριστούχος μαθητής, με υποτροφία που χορηγούσε ο ελληνοαμερικανός Λούκας, σπούδασε Ηλεκτρολόγος Μηχανολόγος στο RPI Polytechnic Institute της Νέας Υόρκης. Στην συνέχεια πήρε master Business Administration, στο Miami Ohio, όπου και συνδέθηκε με τη σύζυγό του Δωροθέα Στεργιάδη, φοιτήτρια τότε Πολιτικών Επιστημών στο Western University, με την οποία απέκτησε τρεις κόρες, την Κορίνα, την Τατιάνα και τη Ναταλία, ενώ γνώρισε επίσης μία εγγονή, την Αύρα-Fleur de Lys.
Εργάστηκε σε πετρελαϊκές ιδιωτικές εταιρείες στην Ελλάδα, καθώς και στην Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίων, ενώ ανέπτυξε δικές του επιχειρηματικές δραστηριότητες στην Αθήνα και την Κέρκυρα. Μεγάλη του αγάπη και σταθερό σημείο αναφοράς για ολόκληρη τη ζωή του ήταν η πατρογονική γη στα Επισκοπιανά, το αγαπημένο οικογενειακό κτήμα του Ιωάννη Καποδίστρια, στο οποίο ο Κυβερνήτης επιθυμούσε να επιστρέψει, όταν θα αποσύρονταν από την πολιτική.
Πολλοί άνθρωποι με ένα τέτοιο όνομα και με τις ικανότητές του Βιάρου Καποδίστρια, θα επεδίωκαν με κάθε τρόπο να βρίσκονται διαρκώς στη δημοσιότητα. Κι όμως, παρότι εκείνος δεν αρνήθηκε ποτέ να δώσει πληροφορίες σε όποιον του ζητούσε, ποτέ του δεν επεδίωξε την αυτοπροβολή. Βέβαια, ανταποκρίθηκε με εξαιρετική ευγένεια και συνέπεια όταν το 1976, μαζί με την εξαδέλφη του αείμνηστη Μαρία Καποδίστρια-Δεσύλλα, κλήθηκε από τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο, να συμβάλει στους επίσημους εορτασμούς του ελληνικού κράτους για τα διακόσια χρόνια από τη γέννηση του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια.
Λίγο αργότερα, το 1981, τον προσκάλεσε ο Φρέντυ Γερμανός στην γνωστή εκπομπή του Η πρώτη σελίδα, ακριβώς 150 χρόνια μετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη. Τα γυρίσματα έγιναν στο Ναύπλιο, όπου ο Β. Καποδίστριας συνομίλησε με τον Φρέντυ Γερμανό, παρουσίασε τα κτήρια που σχετίζονταν με τον Κυβερνήτη και περπάτησε στον δρόμο που οδηγεί στον Ι. Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, όπου συντελέστηκε η τραγική δολοφονία του Ι. Καποδίστρια. Όταν ξαναβλέπει κανείς σήμερα αυτή την εκπομπή (που υπάρχει στο διαδίκτυο), ξεχωρίζει την πηγαία ευγένεια, τη μεγάλη άνεση, αλλά και την διακριτική συγκίνηση που δικαιολογημένα αισθανόταν τότε ο Β. Καποδίστριας.
Επίτιμος Πρόεδρος του Μουσείου Καποδίστρια
Ο Βιάρος Καποδίστριας υπήρξε ισόβιο μέλος της τιμητικής επιτροπής με συμβουλευτικό χαρακτήρα του Μουσείου Καποδίστρια, βάσει της διαθήκης της δωρήτριας Μαρίας Καποδίστρια-Δεσύλλα και προ ετών ανακηρύχτηκε από το Δ.Σ. του Μουσείου, Επίτιμος Πρόεδρός του. Τον Σεπτέμβριο του 2011, με αφορμή τη συμπλήρωση 180 ετών από τη δολοφονία του Κυβερνήτη και 30 ετών από την ίδρυση του Μουσείου, τιμήθηκε σε ειδική εκδήλωση στην Αναγνωστική Εταιρία, σε ημερίδα του Μουσείου Καποδίστρια με τη συμμετοχή του πρέσβη της Ελβετίας κ. Lorenzo Amberg και του πρεσβευτή-σύμβουλου της Ρωσίας κ. Evgeny Yukov, ενώ του απονεμήθηκε το μετάλλιο του Μουσείου.
Στην τελευταία συνέντευξη που παραχώρησε, μαζί με τη σύζυγό του Δωροθέα και την κόρη του Ναταλία, στο ηλεκτρονικό περιοδικό Ηuffington Post Greece (25 Μαρτίου 2017), όταν ερωτήθηκε από τον δημοσιογράφο κ. Δ. Γκαβέα πώς επηρεάστηκε από το όνομά του, απάντησε: «…Μάλλον σαν ευθύνη, αφηρημένη ευθύνη. Ωστόσο, ποτέ μου δεν αισθάνθηκα ότι έχω κάτι περισσότερο από κάποιον άλλο…». Και στην ερώτηση εάν ένιωσε ότι έπρεπε να σταθεί αντάξιος του ονόματός του, απάντησε: «Θα έλεγα ναι. Ναι και σε βαθμό αρκετά ισχυρό».
Η ζωή του Βιάρου-Αυγουστίνου Καποδίστρια υπήρξε πάντοτε εξαιρετικά διακριτική. Το αποτύπωμά του όμως, ως ενός φορέα μιας μακραίωνης οικογενειακής παράδοσης, καθώς και ο υποδειγματικά αξιοπρεπής τρόπος που μερίμνησε για τη διατήρηση αυτής της παρακαταθήκης, θα παραμείνουν ανεξίτηλα στη μνήμη όσων τον γνώρισαν και θα αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση.
*Ιστορικός-Φιλόλογος,
Γραμματέας της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας